- χρυσόστομος
- I
Όνομα κορυφαίων Ελλήνων ιερωμένων.1. X. B’ Χατζησταύρου (1878 – 1968). Θεολόγος και παιδαγωγός, αρχιεπίσκοπος της Αθήνας και της Ελλάδας (1962-68). Γεννήθηκε στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και παιδαγωγική στο πανεπιστήμιο της Λοζάνης. Γαλουχημένος από τις εθνικές αρχές του εθνομάρτυρα μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, τον οποίο υπηρέτησε αρχικά ως διάκος στη Δράμα και αργότερα ως βοηθόςεπίσκοπος στη Σμύρνη, με τον τίτλο του Τράλλεων, διακρίθηκε για τη δράση του στον Μακεδονικό αγώνα για την οποία καταδικάστηκε σε τετραετή φυλάκιση. Διετέλεσε διαδοχικά μητροπολίτης Φιλαδελφείας, Εφέσου, Βεροίας και Καβάλας. Διηύθυνε διάφορα θρησκευτικά περιοδικά και έγραψε πολλά έργα, ανάμεσα στα οποία ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η μελέτη του Αι περί χιλιαστών και της διδασκαλίας αυτών έριδες (1914). Αξιομνημόνευτα είναι και τα Χριστιανικά Μελετήματα. Το 1960, με την ευκαιρία των 50 χρόνων της ποιμαντορίας του, εκδόθηκε τιμητικός τόμος με την έως τότε δράση του, ενώ σε 3 τόμους με τον τίτλο Πεπραγμένα (1965) ιστορούνται τα σημαντικότερα γεγονότα της αρχιεπισκοπείας του.2. X. Παπαδόπουλος (Μάδυτος Ανατολικής Θράκης 1868 – Αθήνα 1938). Αρχιεπίσκοπος της Αθήνας και της Ελλάδας και ιστορικός συγγραφέας. Μετά την εγκύκλια παιδεία του στην Ιερατική Σχολή Κωνσταντινούπολης, στη Σχολή του Σταυρού των Ιεροσολύμων και στην Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης, σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στις θεολογικές ακαδημίες του Κιέβου και της Πετρούπολης (1895). Δίδαξε κατόπιν στη Σχολή του Σταυρού (1895 – 1909), υπηρέτησε ως αρχιμανδρίτης στην Αλεξάνδρεια (1909-11), ως διευθυντής στη Ριζάρειο Σχολή (1911-23) και ως καθηγητής της εκκλησιαστικής ιστορίας στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας (1914-23). Ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών (1926). Eν τω μεταξύ το 1923 είχε εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Από τη θέση αυτή συνετέλεσε σημαντικά στην αποκατάσταση της εσωτερικής ενότητας της Εκκλησίας μετά την ταραγμένη περίοδο του εθνικού διχασμού, έβαλε σε εφαρμογή το νέο ημερολόγιο (1924) και εργάστηκε για τον καταρτισμό και την ψήφιση των βασικών εκκλησιαστικών νόμων περί ΟΔΕΠ και TAKE.Τα επιστημονικά του δημοσιεύματα ξεπερνούν τα 500 και αναφέρονται κυρίως στην εκκλησιαστική ιστορία. Ιδιαίτερα αξιόλογα είναι τα μεγάλα συνθετικά του έργα περί της ιστορίας των πατριαρχείων Ιεροσολύμων (1910), Αλεξανδρείας (1935), Αντιοχείας (1951), της εκκλησιαστικής ιστορίας της Κύπρου (1912), της Ελλάδας (1920), της Αθήνας (1928) και της Βουλγαρίας (1957).3. X ο εθνομάρτυς (Τριγλία Βιθυνίας 1867 – Σμύρνη 1922). Το επώνυμό του ήταν Καλαφάτης. Μητροπολίτης Δράμας (1902-10) και (1910-22) και Σμύρνης. Μετά τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης (1891) χειροτονήθηκε διάκονος από τον Κωνσταντίνο Βαλεάδη, μητροπολίτη Μυτιλήνης και αργότερα Εφέσου. Το 1897 διορίστηκε από τον ίδιο, ήδη Οικουμενικό πατριάρχη, μέγας πρωτοσύγγελος και το 1902 ανέβηκε στον εκκλησιαστικό θρόνο της μητρόπολης της Δράμας. Επειδή ανέπτυξε εκκλησιαστική και εθνική δραστηριότητα κίνησε το μίσος των Τούρκων, οι οποίοι εξανάγκασαν τελικά το Πατριαρχείο να τον ανακαλέσει και να τον στείλει στην Τριγλία. Ξαναγύρισε στη Δράμα το 1908, αλλά και πάλι οι Τούρκοι τον ανακάλεσαν και τον εξόρισαν. Το 1910 μετατέθηκε στη μητρόπολη Σμύρνης, όπου συνέχισε το εκκλησιαστικό και εθνικό του έργο. Το θάρρος και η επιμονή με τα οποία αντιμετώπισε τις τουρκικές βιαιοπραγίες ενάντια στον ελληνικό πληθυσμό, είχαν ως αποτέλεσμα την αποπομπή του στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την ανακωχή του A’ Παγκοσμίου πολέμου ξαναγύρισε στη Σμύρνη και τάχθηκε υπερασπιστής και βοηθός των Ελλήνων. Όταν, μάλιστα, άρχισε η υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων και η καταστροφική επίθεση των Τούρκων, ο X. αρνήθηκε την πρόταση του αρχιεπισκόπου των καθολικών στη Σμύρνη να εγκαταλείψει τη μητρόπολή του. Παρέμεινε στο πλευρό των καταπιεζόμενων Ελλήνων και θανατώθηκε από τον τουρκικό όχλο.Η δράση του X. ήταν πολυμερής. Ίδρυσε πολλά ιδρύματα στις δύο μητροπόλεις που υπηρέτησε, και ανέπτυξε έντονη συγγραφική δράση. Διάκονος ακόμα, καταπολέμησε με σύγγραμμά του τη δήθεν ανακάλυψη του τάφου της Θεοτόκου στην Έφεσο αποδεικνύοντας το άτοπο αυτής της ανακάλυψης. Στην Κωνσταντινούπολη έγραψε 2 βιβλία στα γαλλικά, όπου περιέγραφε και καταδίκαζε τις τουρκικές αγριότητες.
Χρυσόστομος Σμύρνης. Ένας μάρτυρας του ελληνισμού και της χριστιανοσύνης (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).
IIO εθνομάρτυρας μητροπολίτης Χρυσόστομος.
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 290 μ.), στην πρώην επαρχία Ικαρίας, του νομού Σάμου. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (14 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και οι οικισμοί Λιβάδι (υψόμ. 40 μ.), Βαρδαράδες (υψόμ. 420 μ.), Πλαγιά (υψόμ. 180 μ.) και Βαώνη.* * *-η, -ο / χρυσόστομος, -ον, ΝΜΑ1. μτφ. (για ρήτ.) αυτός που έχει χρυσό στόμα, που από το στόμα του βγαίνουν χρυσά λόγια2. (το αρσ. ως κύριο όν.) Χρυσόστομοςχριστιανικό όνομανεοελλ.φρ. «πές τα, χρυσόστομε» — προτροπή σε κάποιον να συνεχίσει τα δηκτικά του σχόλια.[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)-* + -στομος (< στόμα), πρβλ. χαλκό-στομος].
Dictionary of Greek. 2013.